5. Αυγ, 2022
Ένας υπέροχος άντρας, ο Μπαμπάς μου!
Πάντα τον περιμέναμε για να φάμε όλοι μαζί το μεσημέρι. Τον θυμάμαι σαν τώρα να μπαίνει στην κουζίνα και να χαμογελάει λέγοντας – Τι κάνουν τα κορίτσια μου; Και να δίνει ένα φιλί πρώτα στη μαμά μου και μετά σ’ εμάς. Ήταν αυτός που με έμαθε να αγαπάω και να σέβομαι τους ανθρώπους και τα ζώα, τα βιβλία και να πιστεύω στον εαυτό μου. Ήταν λιγομίλητος και σοβαρός, αλλά δίκαιος και πονόψυχος. Αγαπούσε πολύ 4 πράγματα: Τη μαμά μου, τα παιδιά του, τα βιβλία και το χωριό του. Ένα χωριό σκαρφαλωμένο ψηλά στα Τζουμέρκα…
Ο μπαμπάς μου πίστευε στο Θεό αλλά πιο πολύ στους ανθρώπους. Η υπερδύναμη του όμως ήταν το να βρίσκει λύση για τα πάντα. Λάτρης των μαθηματικών, πίστευε πως όλα τα προβλήματα έχουν λύση. Ούτε μια φορά δεν βαρυγκώμησε όταν του ζητούσα βοήθεια σε οτιδήποτε. Μεγαλειώδης και παντοδύναμος στα μάτια μου. Όταν έφυγε οι μνήμες ήταν απίστευτες. Θυμήθηκα πράγματα που ποτέ δεν είχα δώσει σημασία και μου έλειψε ακόμη πιο πολύ. O μπαμπάς μου ήταν διαφορετικός από τους άλλους μπαμπάδες. Θυμάμαι την ημέρα που παντρευόμουν, μπήκε στο δωμάτιο που με φτιάχνανε οι φίλες μου και μου είπε: «είσαι σίγουρη ότι θέλεις να το κάνεις αυτό; Αν όχι άστο επάνω μου και θα το ακυρώσω στη στιγμή! Το μόνο που θέλω είναι να είσαι εσύ ευτυχισμένη». Ποτέ δεν τον ένοιαζε τι θα πει ο κόσμος, ποτέ δεν ακολουθούσε τη μάζα, πάντα επαναστάτης και λίγο ακοινώνητος. Το καλύτερο πρότυπο ανθρώπου που θα μπορούσα να έχω στη ζωή μου και τον ευχαριστώ γι’ αυτό. Το μόνο που δεν μπορώ να του συγχωρήσω είναι ότι έφυγε νωρίς. Ας είναι. Τώρα ίσως κάνει παρέα με όλους αυτούς τους μεγάλους που γνώρισε στα βιβλία του και μαζί ψάχνουν τις λύσεις για όλα τα άλυτα προβλήματα της ζωής. Και ίσως από εκεί πάνω ν ’αγναντεύει το χωριό του…
Αυτό για σένα Μπαμπά…
ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ
Εκεί που τα σπίτια μπλέκονται με τα σύννεφα,
εκεί που η βροχή μυρίζει ελευθερία,
εκεί που τα λαγκάδια είναι μαύρα σαν αστέρωτη νύχτα,
εκεί που τα βουνά γεννήσανε Κρυστάλλη και Σουλιώτισσες,
εκεί μου έλεγες ήθελες να ζήσεις.
Δεν πρόλαβες…
Ράγισε ο Μαχαλάς σαν έφυγες, σείστηκε το Μαυρολάγκαδο,
τα σύννεφα κρυφτήκανε στο Λάκμο και διαλύθηκαν.
Πλημμύρισε ο κήπος μανουσάκια πατέρα.
Μη φοβάσαι, ο θάνατος είναι για τους μικρούς
κι εσύ είσαι τεράστιος!
Σα να σε βλέπω τώρα να κατεβαίνεις απ’ τον Πριάβολο
συντροφιά με όλους τους μεγάλους ποιητές
που τόσο αγαπούσες…
Αναρτήθηκε και στο https://www.newsfilter.gr