5. Αυγ, 2022

Ήτανε μια φορά κι έναν καιρό ένας Παίδαρος

Παιδούλα ήμουν ακόμη όταν γνώρισα τον Μάνο. Ήταν ό πρώτος μου έρωτας. Ψηλός, ξανθός, γενναίος και είχε το πιο ωραίο ποδήλατο της γειτονιάς. Έμενε στον πρώτο όροφο της πολυκατοικίας μας κι εγώ στον τρίτο. Εγώ 7 χρονών κι αυτός 9,5. Μάλλον δεν ένιωθε το ίδιο ο Μάνος γιατί δεν με έπαιζε στο πάρκο και όταν μετακόμισε μετά από ένα χρόνο στην Αλεξανδρούπολη λόγω της δουλειάς του πατέρα του δεν μου είπε ούτε γεια όταν τον χαιρέτησα. Με κοίταξε σα να έβλεπε κατσαρίδα έτοιμη να του επιτεθεί και μπήκε μέσα στην κούρσα του μπαμπά του. Έκανα τουλάχιστον 3 μήνες να τον ξεπεράσω! Κάθε απόγευμα κοιτούσα από το μπαλκόνι μήπως και τον δω.
Τα χρόνια πέρασαν και ο έρωτας μου ξαναχτύπησε την πόρτα εκεί που δεν το περίμενα. Ήταν Αύγουστος, εγώ ένα κακό αντίγραφο της Μαντόνα που με είχαν σύρει οι γονείς μου με το ζόρι στο χωριό για διακοπές. Ήθελα 2 ώρες το πρωί να βαφτώ και κάνα μισάωρο για να ξεβαφτώ το βράδυ.
Ξημέρωσε Δεκαπενταύγουστος και όλοι ήταν σε αναβρασμό για το πανηγύρι. Εγώ μουτρωμένη χάζευα ένα περιοδικό μουσικής με αφιέρωμα στο ίνδαλμά μου. Τότε μου ήρθε η μεγάλη ιδέα! Θα τους έβγαζα το χωριό ξινό! Επιστράτευσα ότι δαντέλα είχα φέρει μαζί μου, διχτυωτά καλσόν, φυσικά το πιο κόκκινο κραγιόν και μαλλί τρίχρωμο από τα αποτυχημένα αυτοσχέδια ντεκαπάζ. Το αποτέλεσμα αν μη τι άλλο φρικαλέο ακόμη και για μένα. Όταν έφτασα στην πλατεία οι πρώτες γιαγιάδες που με αντίκρυσαν άρχισαν να σταυροκοπιούνται ενώ η μάνα μου κοίταζε εμμονικά το πλακόστρωτο ελπίζοντας να γίνει ένα θαύμα και να ανοίξει η γη να την καταπιεί. Χαμογέλασα για πρώτη φορά μετά από 15 ημέρες που ήμουν στο χωριό.
Και τότε τον είδα, αλλά δεν είδα το πεζούλι μπροστά μου και σωριάστηκα στις πλάκες σαν σακί! Έτρεξε να με βοηθήσει, εγώ να τρέχουν τα δάκρυα, από την ντροπή μου βασικά, να έχω πασαλειφτεί από το ρίμελ και τα διάφορα και να είμαι σαν το κοριτσάκι στον Εξορκιστή. Μεγάλες στιγμές! Ο τύπος μακρύ μαλλί, αρβύλες, μαύρα ρούχα, αλυσίδες και τα πιο ωραία μπλε μάτια που είχα δει ποτέ μου. Για να μη σας ζαλίζω αυτός ο παράφορος έρωτας κράτησε όσο και η παραμονή μου στο χωριό, 15 μέρες δηλαδή. Κινητά δεν ήταν διαδεδομένα ακόμη, ούτε Facebook, Instagram και λοιπά. Αυτός Θεσσαλονίκη, εγώ Αθήνα, καταλαβαίνετε, είμασταν καταδικασμένοι.
Το σημάδι στην καρδιά και στη ντουλάπα μου μεγάλο! Πάνε οι δαντέλες και τα κόκκινα κραγιόν, τώρα μόνο μαύρα, αρβύλες και Heavy Metal. Δεν ήξερα βλέπεις ότι ο αληθινός έρωτας της ζωής μου θα ερχόταν 10 χρόνια μετά και θα με σάρωνε κυριολεκτικά! Τελευταίο έτος στη σχολή και αυτός μηχανικός στο συνεργείο της γειτονιάς μου. Καινούρια οδηγός εγώ, με μηδενική αίσθηση του χώρου και του όγκου συρρίκνωσα το αυτοκίνητο του μπαμπά μου προσπαθώντας να παρκάρω.
Λαϊκό και αυθεντικό παιδί ο Βαγγέλης. Μανάρα μου με ανέβαζε, μάνα μου με κατέβαζε. Υποψιάζομαι εκ των υστέρων ότι είχε ένα θεματάκι με τη μάνα του. Αυτός μου γνώρισε την αληθινή ζωή. Τι μπουζούκια, τι Μπουρνάζια, τι ταβέρνες, σε όλα με πήγε. Κι όλο τρώγαμε! Μ’ αγάπησε δε λέω, αλλά αγάπησε κι ότι θηλυκό κυκλοφορούσε στον ορίζοντα του. Όλα τα είχε αυτή η σχέση. Κλάματα, υστερίες, ζήλιες, κατινιές, του γρατσούνισα 3 φορές το αμάξι με κλειδί, Βαγγέλη μη φύγεις θα φαρμακωθώ, κι έμεινα εγώ μετά από δύο χρόνια να κλαίω στην αγκαλιά της Τούλας συν 15 κιλά. Χαλάλι του, τέτοια παιδιά μια φορά τα συναντάς και κάποια στιγμή ξυπνάς.
Ξυπνήστε κορίτσια! Ο έρωτας πρέπει να είναι μαγικός. Να σε απογειώνει, να σου βγάζει τον καλύτερο σου εαυτό, να σε στέλνει στον ουρανό όχι να σε ρίχνει στα πατώματα. Δε χρειάζεται να είναι κούκλος και «κακό παιδί». Να σε νοιάζεται πρέπει, να σε προσέχει, να σε ακούει και πάνω από όλα να σε κάνει να γελάς! Κοίτα γύρω σου, υπάρχει και σε περιμένει. Κι αν βρεις κάτι καλό κράτα το ή δώστου το τηλέφωνο μου!

Αναρτήθηκε και στο https://www.newsfilter.gr